Λεόντειος υπέρ του ιδιώτη η σύμβαση του αντιμονίου Χίου
ΤΗΣ ΣΕΒΑΣΤΗΣ ΠΕΙΡΑΝΤΑΚΟΥ |
Εκτυλίσσεται τους τελευταίους μήνες ένας «διάλογος» μεταξύ του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και της κοινωνίας, των τοπικών φορέων και του δήμου Χίου για την εκμετάλλευση των μεταλλείων αντιμονίου στον Κέραμο.
Παρακολουθώντας τις διαφορετικές απόψεις, στάθηκα κυρίως σε αυτές των ειδικών επιστημόνων που αφορούν την πιθανή ανήκεστο βλάβη του παρθένου περιβάλλοντος της Αμανής και τους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των κατοίκων του νησιού μας.
Με δεδομένη την ήδη εκφρασμένη αντίθεση των κατοίκων της Βόρειας Χίου, αλλά και τοπικών φορέων, συλλόγων και κοινωνικών ομάδων ολόκληρου του νησιού στην δήθεν «αναπτυξιακή επένδυση» του ΥΠΕΝ για την εγκατάσταση μεταλλείου αντιμονίου στη φυσικού και πολιτιστικού κάλλους Αμανή, δεν θα μπορούσα παρά να συνυπογράψω την άρνησή τους, καθόσον κατανοώ την ανησυχία τους για τις σοβαρότατες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα έχει η επένδυση στην υγεία και την ασφάλεια των κατοίκων και της εγγύτερης περιοχής, την οικολογική καταστροφή και την πιθανή μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα. Άλλωστε, η άποψη αυτή τεκμηριώθηκε επιστημονικά, όπως προανάφερα από ειδικούς, που κλήθηκαν στο πλαίσιο του διαλόγου να εκφέρουν άποψη. Χαρακτηριστική είναι η τοποθέτηση του Ν. Καλογεράκη καθηγητή του πολυτεχνείου Κρήτης στην συζήτηση του δημοτικού συμβουλίου Χίου της 9/10/2024 για το θέμα.
Γι’ αυτό το λόγο συμμετείχα στην δημόσια διαβούλευση που εκτυλίχθηκε στον ιστότοπο του δήμου Χίου για το σχέδιο του διαγωνισμού «Προκήρυξη Α΄ φάσης διαγωνισμού εκμίσθωσης τμήματος έκτασης 9,02 km2 του δημόσιου μεταλλευτικού χώρου Χίου, στον Κέραμο Χίου». Προσπάθησα, λοιπόν, ως νομικός να καταλάβω τους νομικούς όρους της σύμβασης εκμίσθωσης και προέκυψαν πολλά ερωτήματα που ουδόλως απαντήθηκαν από τον αρμόδιο του ΥΠΕΝ.
Θέλω να επισημάνω πριν αναπτύξω τα όσα προβληματικά εντόπισα στο σχέδιο της μισθωτικής σύμβασης, ότι πρόκειται για μια σύμβαση που θα υπογραφεί μεταξύ του Δημοσίου και κάποιας ιδιωτικής εταιρείας και πως εκ του νόμου μια τέτοια σύμβαση, κατά κύριο λόγο, πρέπει να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, δηλαδή να υπηρετεί και να προστατεύει το κράτος και τον λαό του.
1. Όπως εξέθεσα στο άρθρο 1 της προτεινόμενης σύμβασης με τίτλο «Διάρκεια μίσθωσης» ορίζεται ως χρόνος διάρκειας της μίσθωσης στα πέντε έτη από την ημερομηνία υπογραφής της. Όμως, δίνεται ξεκάθαρα η δυνατότητα στον μισθωτή, δηλαδή στην όποια ιδιωτική εταιρεία (που μπορεί να έχει επιλεγεί ήδη), να έχει το δικαίωμα να παρατείνει μονομερώς τη μίσθωση, κάθε φορά για πέντε ακόμη έτη και μέχρι τη συμπλήρωση συνολικά τριάντα ετών.
Ο ως άνω όρος που καταφανώς δεν υπηρετεί τα συμφέροντα του Δημοσίου υποκρύπτει μονομερή παράταση της μίσθωσης και ουσιαστικά συμβατική διάρκεια αυτής, για 30 έτη, από τη μισθώτρια εταιρεία, ανάλογα με το οικονομικό της συμφέρον. Υπό κανονικές συνθήκες, στις δημόσιες εκμισθώσεις ο όρος αυτός θα έπρεπε να αποφεύγεται για εύλογους λόγους, όπως μπορεί να καταλάβει ο καθένας μας.
Συγχρόνως, διαπίστωσα ότι σε άλλους όρους της σύμβασης δίνεται η δυνατότητα στον ιδιώτη επενδυτή να «επιλέγει» τις κινήσεις του, ανάλογα με τα οικονομικά του συμφέροντα, μέσα σε χρονικά πλαίσια μεγαλύτερα, από εκείνα που δίνονται στο Δημόσιο και συγκεκριμένα σχετικά με την υποβολή προγράμματος μεταλλευτικής έρευνας (ΠΜΕ), όπως αναλυτικά περιγράφεται στο άρθρο 2 της σύμβασης, ο εκμισθωτής δηλαδή το Δημόσιο, «οφείλει» να αναμένει τρεις μήνες τον μισθωτή να υποβάλει ΠΜΕ, ενώ ο μισθωτής, δηλαδή ο ιδιώτης, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση των τροποποιήσεων – διορθώσεων αυτής από το ΥΠΕΝ, μπορεί να την καταγγείλει και μάλιστα αζημίως. Επιπλέον στον όρο 2.5 της σύμβασης δίνεται ξανά η δυνατότητα στον μισθωτή να παραιτηθεί από το σύνολο ή μέρος του «μισθίου» δηλαδή της προς ενοικίαση έκτασης, πάλι αζημίως, χωρίς καμιά ποινική ρήτρα υπέρ του Δημοσίου.
2. Όπως ρητά αναγράφεται στον όρο 3.9 της σύμβασης: «Εάν οι εργασίες εκμετάλλευσης σταματήσουν αδικαιολόγητα για ένα μισθωτικό έτος, ήτοι για λόγους που δεν σχετίζονται με λόγους ανωτέρας βίας, ο μισθωτής κηρύσσεται έκπτωτος, σύμφωνα με το άρθρο 11 της ίδιας σύμβασης και η εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης (ΕΕΚΕ) που έχει υποβάλει, καταπίπτει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου. Με αυτόν τον όρο, που επίσης δεν υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, δίνεται η δυνατότητα στον μισθωτή, μονομερώς, να απόσχει από τις εργασίες, για ένα ολόκληρο έτος, για λόγους που υπηρετούν το δικό του συμφέρον και που δεν έχουν να κάνουν ουδόλως με λόγους ανωτέρας βίας. Σε αυτήν περίπτωση που ο μισθωτής, θα απόσχει από τις εργασίες για δικούς του αποκλειστικά λόγους δεν αναφέρεται καθόλου στη σύμβαση ο τρόπος με τον οποίο θα υπολογίζεται το «αναλογικό μίσθωμα που αυτός θα καταβάλλει στο Δημόσιο. Αποτέλεσμα αυτού του αόριστου και επικίνδυνου όρου, είναι να έχει τη δυνατότητα ο ιδιώτης να μπορεί διακόψει τις εργασίες για έναν χρόνο, καταβάλλοντας το «μίνιμουμ» πάγιο μίσθωμα, βλάπτοντας τα συμφέροντα του Δημοσίου.
3. Στην διάταξη του άρθρου 9 της σύμβασης και συγκεκριμένα στην παράγραφο 9.2 αναφέρεται: «Μετά την παρέλευση της περιόδου έρευνας ή του ΠΜΕ ή των παρατάσεών του, ο μισθωτής έχει το δικαίωμα να παραιτηθεί από τη μίσθωση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν εκκρεμεί από μέρους του εκπλήρωση των συμβατικών του υποχρεώσεων, μέχρι εκείνο το χρονικό σημείο. Στην περίπτωση αυτή, ο μισθωτής γνωστοποιεί εγγράφως στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας την απόφασή του να παραιτηθεί από τη μίσθωση, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την ημερομηνία λήξης της πρώτης πενταετίας και η υποβληθείσα ΕΕΚΕ επιστρέφεται στον μισθωτή, υπό την προϋπόθεση ότι ο τελευταίος έχει τηρήσει μέχρι τη στιγμή της καταγγελίας τις συμβατικές του υποχρεώσεις». Προφανώς και αυτός ο όρος δεν αποφασίστηκε με κριτήριο το δημόσιο συμφέρον, καθόσον σε κανένα σημείο της δεν έχει τεθεί ειδική διάταξη περί «επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση». Δηλαδή, δεν έχει προβλεφθεί η υποχρέωση του επενδυτή – ιδιώτη, στην περίπτωση που θα υπαναχωρήσει μονομερώς από τη μίσθωση και ενώ εν τω μεταξύ θα έχει προχωρήσει σε εργασίες εξόρυξης, προκαλώντας αλλαγές στο φυσικό τοπίο, να διορθώσει με δικές του δαπάνες την κατάσταση που δημιούργησε και να μην αποχωρήσει, αφήνοντας πίσω του ένα ρημαγμένο τόπο.
4. Τέλος, στο άρθρο 18 και αφού «πανηγυρικά» κηρύττονται ουσιώδεις όλοι οι όροι της σύμβασης δίνεται η δυνατότητα τροποποίησής τους με την εξής αόριστη διάταξη: «Η σύμβαση μόνο κατ’ εξαίρεση, δύναται να τροποποιηθεί, εφόσον δεν επέρχεται ουσιώδης μεταβολή των όρων αυτής, ή της προκήρυξης του διαγωνισμού, της απόφασης ανάδειξης προτιμητέου μισθωτή και κατακύρωσης του διαγωνισμού, καθώς και της προσφοράς του μισθωτή». Δηλαδή, δίνεται η δυνατότητα στον επενδυτή να τροποποιήσει τους όρους της σύμβασης σε βάρος του Δημοσίου, ενώ οι συντάξαντες το σχέδιο της σύμβασης που είναι υπάλληλοι του Δημοσίου γνωρίζουν καλά ότι σε σωρεία δικαστικών αποφάσεων ο όρος «όλως εξαιρετικά» χαρακτηρίζεται αόριστος και επικίνδυνος.
Εν κατακλείδι θα μπορούσα να πω, ότι δεν μου προκάλεσε έκπληξη που και η συγκεκριμένη προτεινόμενη σύμβαση δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, άλλωστε έκπληξη θα μου προκαλούσε το αντίθετο! Έχει καταντήσει το «δημόσιο συμφέρον» να είναι το αποτέλεσμα πολιτικής συναλλαγής και αυτό που οι πολιτικοί ή οι γραφειοκράτες θέτουν εξαρχής στην πολιτική. Με άλλα λόγια, το «δημόσιο συμφέρον» να είναι αυτό που αποφασίζουν αυτοί που έχουν τη δύναμη να επιβάλλουν τις αποφάσεις τους στους άλλους.
Εύχομαι και ελπίζω οι συντοπίτες μου να συνεχίσουν τον αγώνα τους και να αντισταθούν με σθένος και αποφασιστικότητα στα πονηρά σχέδια του ΥΠΕΝ, που – όπως εξέθεσα – υπηρετούν μόνο τα ιδιωτικά συμφέροντα και θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτες βλάβες στον τόπο μας.
* Η κα Σεβαστή Πειραντάκου είναι δικηγόρος