Αναβαθμίζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο Χίου
Στην αναβάθμιση του αρχαιολογικού Μουσείου Χίου προχωρά με απόφαση της η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη.
Στόχος μέσα από το έργο είναι η επέκταση του κτηρίου σε εκθεσιακούς και αποθηκευτικούς χώρους με απόλυτο σεβασμό στον αρχικό σχεδιασμό του, η ενεργειακή αναβάθμιση του κτηρίου, η αποκατάσταση των αυλών, η εξασφάλιση προσβασιμότητας στο σύνολο του κτηρίου από ΑΜΕΑ, η αποκατάσταση του χώρου των περιοδικών εκθέσεων και απόδοσή του στην πλατεία εισόδου και στην πόλη για εκδηλώσεις.
Η αναβάθμιση έρχεται ύστερα από τη θετική γνωμοδότηση του κτηριολογικού του προγράμματος από το Συμβούλιο Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και αφορά εκτός από το Αχαιολογικό Μουσείο Χίου, μουσειακές υποδομές σε τέσσερις ακόμη πόλεις, τα Τρίκαλα, η Σπάρτη, το Θύρρειο και η Ερμιόνη.
H Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη με αφορμή την θετική γνωμοδότηση του Συμβουλίου δήλωσε τα εξής:
«Τα Μουσεία δεν είναι μόνον χώροι έκθεσης θησαυρών, που έρχονται στο φως από το μοναδικό πολιτιστικό απόθεμα κάθε περιοχής της πατρίδας μας. Είναι εστίες παιδείας και δημιουργίας Πολιτισμού, χώροι μελέτης και προβολής της Ιστορίας μας, αλλά και αυτογνωσίας για τους εντόπιους και τους επισκέπτες τους. Είναι, ταυτόχρονα, θύλακες κοινωνικής συνοχής, αλλά και καθοριστικοί παράγοντες ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής τους, προκαλώντας υπερτοπικό ενδιαφέρον, με την ξεχωριστή τους φυσιογνωμία. Είμαι ευτυχής που η Χίος, τα Τρίκαλα, η Σπάρτη, το Θύρρειο και η Ερμιόνη αποκτούν νέα ή αναβαθμισμένα αρχαιολογικά μουσεία που θα στεγάσουν πολύτιμα ευρήματα, που αποκαλύπτει συνεχώς η αρχαιολογική σκαπάνη ή βρίσκονται στις αποθήκες των υπαρχουσών υποδομών, παρουσιάζοντας μία νέα, σύγχρονη μουσειακή αντίληψη, ανοικτή και προσβάσιμη όχι μόνον στους ειδικούς αλλά και στην κοινωνία. Στόχος του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού είναι να προχωρήσει το μουσειακό πρόγραμμα, τόσο για την δημιουργία νέων μουσείων -όπου αυτό χρειάζεται μετά από συστηματική αξιολόγηση και μελέτη των δεδομένων- όσο και για αναβάθμιση των υπαρχόντων, ώστε με κάθε νέο που προστίθεται στη μεγάλη αλυσίδα των μουσείων της χώρας μας να προβάλλεται η ιδιαίτερη πολιτιστική φυσιογνωμία κάθε τόπου με το βλέμμα πάντα στραμμένο στο μέλλον της κάθε περιοχής».
Τι περιλαμβάνει το έργο:
Το κτήριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Χίου έργο των αρχιτεκτόνων Σουζάνας Αντωνακάκη, Δημήτρη Αντωνακάκη και Ελένης Δεσύλλα, προέκυψε μετά από την διάκριση της μελέτης τους με Α΄ Βραβείο σε Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό το 1965. Το κτήριο έχει θεωρηθεί πρότυπο και η μελέτη έχει δημοσιευθεί πολλές φορές από την εποχή της υλοποίησής του μέχρι σήμερα σε ελληνικά και ξένα βιβλία και περιοδικά. Κύρια χαρακτηριστικά του Μουσείου την εποχή της κατασκευής του ήταν η προσαρμογή στα δεδομένα του εδάφους και του περιβάλλοντος, η δυνατότητα ανεξάρτητων εισόδων στο Μουσείο, στις περιοδικές εκθέσεις και στα εργαστήρια μέσα από ελεγχόμενους υπαίθριους χώρους – εσωτερικές αυλές, η συσχέτιση κλειστών και ανοικτών χώρων στις αίθουσες εκθέσεων του Μουσείου.
Συν τω χρόνω στο κτήριο έγιναν ποικίλες παρεμβάσεις που αλλοίωσαν τον χαρακτήρα και τον αρχικό σχεδιασμό του, όπως, κάλυψη των αυλών με πρόχειρες μεταλλικές οροφές και ψευδοροφές, σφράγιση των παραθύρων εσωτερικά και δημιουργία ενός περίκλειστου περιβάλλοντος ανακυκλούμενου αέρα, κατάργηση της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων και μετατροπή της σε πολυδιασπασμένο αποθηκευτικό χώρο. Στόχος του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού σήμερα είναι η επέκταση του κτηρίου σε εκθεσιακούς και αποθηκευτικούς χώρους με απόλυτο σεβασμό στον αρχικό σχεδιασμό του, η ενεργειακή αναβάθμιση του κτηρίου, η αποκατάσταση των αυλών, η εξασφάλιση προσβασιμότητας στο σύνολο του κτηρίου από ΑΜΕΑ, η αποκατάσταση του χώρου των περιοδικών εκθέσεων και απόδοσή του στην πλατεία εισόδου και στην πόλη για εκδηλώσεις.
Το υφιστάμενο κτήριο αναπτύσσεται σε τρεις στάθμες, σε 2.520 τ.μ. Σύμφωνα με το κτηριολογικό πρόγραμμα που εκπονήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χίου και την Διεύθυνση Μελετών και Εκτέλεσης Έργων Μουσείων και Πολιτιστικών Κτηρίων του ΥΠΠΟΑ, το εμβαδόν της επέκτασης, στην οποία θα στεγαστούν νέοι εκθεσιακοί και αποθηκευτικοί χώροι, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων και τεχνικές εγκαταστάσεις, υπολογίζεται σε επιπλέον 1.960 τ.μ. Η μελέτη της επέκτασης και της αποκατάστασης του Μουσείου εκπονείται από τον πρώτο μελετητή, τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Αντωνακάκη. Στόχος είναι το σύνολο των μελετών να ολοκληρωθούν εντός του 2021, προκειμένου το έργο να ενταχθεί το 2022 σε χρηματοδοτικό πρόγραμμα.