
Το παιχνίδι της αυτοδυναμίας
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΕΛΗ |
Τις τελευταίες ημέρες και εν όψει των επερχόμενων εκλογών η αυτοδυναμία έρχεται ξανά στο προσκήνιο. Και αν στην καθημερινή ζωή ο όρος «αυτοδύναμος» χαρακτηρίζει συνήθως θετικά το υποκείμενό του σαν κάποιον δηλαδή που στηρίζεται αποκλειστικά στις δικές του δυνάμεις, στην πολιτική η επιζητούμενη αυτονομία είναι ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα.
Όταν ένα πολιτικό κόμμα θέτει την αυτοδυναμία ως εκλογικό στόχο, προβάλλει σαν βασικό λόγο την δυνατότητα να υλοποιήσει αυτούσιο το πρόγραμμά του χωρίς συμβιβασμούς και συναλλαγές, προς το συμφέρον βέβαια του ελληνικού λαού. Και αν η αυτοδυναμία επιτευχθεί θα μπορεί να πει στα άλλα κόμματα, ακόμα και σε αυτά που είναι δυνητικά σύμμαχοί του: «Ελάτε να συμφωνήσουμε (πάνω στις θέσεις μου) για να προχωρήσει η χώρα μπροστά».
Η αυτονομία στην ελληνική πολιτική σκηνή επιτυγχάνεται με το εκλογικό bonus των πενήντα εδρών για το πρώτο κόμμα. Πόσο δημοκρατικό είναι, βέβαια, για ένα κόμμα που έχει ψηφιστεί από το 35% του εκλογικού σώματος (ποσοστό που λαμβάνοντας υπόψη την αποχή πέφτει στο 22% του πληθυσμού) να ζητά να κυβερνήσει αυτοδύναμα και να επιβάλει το πρόγραμμά του στο 100% του ελληνικού λαού; Και πόσο προωθείται η ενότητα και η ομοψυχία του λαού που αντιπροσωπεύεται και από άλλα κόμματα, να προτάσσονται τέτοιου είδους στόχοι; Αυτά είναι σοβαρά ερωτήματα για μια χώρα που αντιμετωπίζει προβλήματα επιβίωσης.
H επιδίωξη της αυτοδυναμίας, ως ένας ανεξάρτητος εκλογικός στόχος και η απαιτούμενη πόλωση για την επίτευξή της έχουν και άλλες παράπλευρες απώλειες. Όπως είναι η συμπίεση των μικρών κομμάτων που με τις ιδιαιτερότητες τους, τις θέσεις και τα προγράμματά τους δίνουν στη δυνατότητα σε κάθε έναν από μας να επιλέξουμε και να ψηφίσουμε αυτό ακριβώς που μας εκφράζει και όχι αναγκαστικά τον «νικητή» είτε το «μικρότερο κακό». Έτσι, μαζί με τον στραγγαλισμό των μικρών κομμάτων, κινδυνεύει να εξαφανιστεί και η δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής, που αποτελεί κύριο συστατικό της δημοκρατίας.
Και στην περίπτωση που η αυτοδυναμία προκύψει εκλογικά (αν και θα βασίζεται σε έναν παράλογο εκλογικό νόμο) έχει μεγάλη σημασία το πώς ένα κόμμα θα την χρησιμοποιήσει και το αν είναι πρόθυμο να θυσιάσει ένα μέρος της για να επιτύχει μια ευρύτερη συναίνεση. Αλλά ακόμα πιο σημαντικό για ένα κόμμα είναι να θέτει ως αρχή του την ανάπτυξη της κουλτούρας της διαπραγμάτευσης, της συμμετοχής και της συναίνεσης, της αποφυγής του αποκλεισμού και όχι να κρίνει τα πράγματα στον τομέα αυτό ανάλογα με τις συγκεκριμένες καταστάσεις. Γιατί αν κάνεις κάτι αντίθετο με τις αρχές σου, επειδή μπορείς και επειδή σε βολεύει, δεν έχεις μετά το ηθικό έρεισμα να ζητάς να αλλάξει.